
Φίλοι μου σε μόλις δύο μέρες τα Χριστούγεννα θα ανοίξουν τις πόρτες της ψυχής μας και θα πλυμμηρίσουν τις καρδιές μας! Εχουμε γράψει αρκετά θέματα για αυτές τις μέρες και θα γράψουμε και άλλα ακόμα,έχουμε στην διάθεση σας αν τα ψάξετε φωτογραφίες και wallpaper χριστουγέννων ,ένα παιχνίδι με τον Αγιο Βασίλη,χριστουγεννιάτικα τραγούδια ελληνικά και ξένα που μπορείτε να τα κατεβάσετε στον υπολογιστή σας ή στο κινητό,συνταγές κ.α... Ηρθε λοιπόν η στιγμή να διαβάσουμε και τα κλασικά μας παραμύθια,παραμύθια που έχουμε αγαπήσει και που θα θέλαμε να ξαναδιαβάσουμε...!
Σας τα παραδίδω με αγάπη...
Tο κοριτσάκι με τα σπίρτα

Η αλήθεια είναι πως, όταν βγήκε από το σπίτι της, φορούσε παντούφλες, αλλά δεν της κράτησαν πολύ: ήταν κάτι μεγάλες παντούφλες, που τις είχε λιώσει η μητέρα της, τόσο μεγάλες ώστε η μικρή τις έχασε, καθώς έτρεξε να περάσει το δρόμο, ανάμεσα σε δυο αμάξια που λίγο έλειψε να την χτυπήσουν. Τη μια την έχασε. Την άλλη, τη βρήκε ένα παιδί και την πήρε μαζί του, για να τη δώσει στην αδερφούλα του, να την κάνει κούνια για την κούκλα της.
Το κοριτσάκι βάδιζε ξυπόλητο και τα πόδια του είχανε μελανιάσει από το κρύο. Μέσα στην τσέπη της κουρελιασμένης ποδιάς της είχε ένα σωρό σπίρτα. Στο χέρι της κρατούσε κι άλλα κουτιά γεμάτα, γιατί αυτή τη δουλειά έκανε: πουλούσε κουτιά με σπίρτα στους δρόμους.
'Oμως εκείνη την ημέρα δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί, γιατί οι άνθρωποι έτρεχαν να προφυλαχτούν από το κρύο κι από το χιόνι, και κανείς δε στεκόταν για ν' αγοράσει σπίρτα. Δεν είχε πουλήσει ούτε ένα κουτί και δεν είχε ούτε μια δεκάρα στην τσέπη της. Το κοριτσάκι πεινούσε και κρύωνε κι ήταν αδύνατο, κι έτρεμε ολόκληρο.
Η καημένη η μικρούλα! Οι νιφάδες του χιονιού έπεφταν στα ξανθά της μαλλιά, που σχημάτιζαν μπούκλες γύρω απ' το λαιμό της. Τα φώτα έκαναν να λάμπουν τα τζάμια των παραθυριών κι έφτανε ως το δρόμο η μυρωδιά από τα πουλερικά που έψηναν στις κουζίνες. Ήταν παραμονή της Πρωτοχρονιάς, σε μια γωνιά, ανάμεσα σε δυο σπίτια.
Το κοριτσάκι πάγωνε όλο και πιο πολύ, αλλά δεν τολμούσε να γυρίσει σπίτι της: θα πήγαινε τα κουτιά με τα σπίρτα, κι ούτε μια δεκάρα. Ο πατέρας της θα τη μάλωνε κι άλλωστε, μήπως και μέσα στο σπίτι της δεν έκανε τόσο κρύο; 'Eμεναν ψηλά, σε μια σοφίτα, κι ο άνεμος φυσούσε ανάμεσα απ' τις τρύπες της σκεπής, μ' όλο που τις πιο μεγάλες τις είχανε βουλώσει με άχυρο και με κουρέλια.
Τα καημένα τα χεράκια της δεν τα' νιωθε πια από το πολύ το κρύο. 'Eνα σπίρτο θα τα ζέσταινε λιγάκι. Αν τολμούσε να βγάλει ένα, μονάχα ένα, απ' το κουτί και να τ' ανάψει να ζεστάνει τα δάχτυλά της; Τράβηξε ένα: κριτς! Πώς έλαμψε! Πώς άναψε! Ήτανε μια φλογίτσα καθαρή και ζεστή κι έμοιαζε με κεράκι, καθώς τη σκέπασε με τις χούφτες της. Τι παράξενο φως! 'Eμοιαζε τώρα μ' ένα κοριτσάκι, καθισμένο μπροστά σε μια μεγάλη σιδερένια σόμπα, που το σκέπασμά της ήτανε γυαλιστερό.
Η φωτιά έκαιγε εκεί μέσα τόσο υπέροχα και ζέσταινε τόσο καλά! Αλλά τι έγινε; Μόλις το κοριτσάκι άπλωσε τα ποδαράκια του για να τα ζεστάνει, η φλόγα έσβησε και η σόμπα εξαφανίστηκε. Η μικρούλα βρέθηκε καθισμένη στη γωνιά της, ανάμεσα σε δυο σπίτια, και κρατούσε στο χέρι της ένα σπίρτο καμένο.
'Aναψε και δεύτερο σπίρτο, και, καθώς η λάμψη έπεσε πάνω στον τοίχο του σπιτιού, το κοριτσάκι μπορούσε τώρα να δει ένα μεγάλο δωμάτιο, όπου ήταν στρωμένο ένα τραπέζι, με κάτασπρο τραπεζομάντιλο, με πιάτα από πορσελάνη που αστραφτοκοπούσαν και ο τοίχος έγινε διάφανος σαν ατμός. με μια μεγάλη πιατέλα, όπου μια χήνα ψητή άχνιζε και σκόρπιζε μια ορεχτική ευωδιά.
Τι έκπληξη! Τι ευτυχία! Ξαφνικά, η ψημένη χήνα πήδησε από την πιατέλα και κύλησε στο πάτωμα, με το πιρούνι και το μαχαίρι καρφωμένα απάνω της. Κι η ψημένη χήνα κύλήσε ως εκεί που καθότανε το φτωχό κοριτσάκι. Αλλά το σπίρτο έσβησε και, μπροστά στη μικρούλα, ορθώθηκε πάλι ο χοντρός και κρύος τοίχος των σπιτιών. 'Aναψε αμέσως και τρίτο σπίρτο. Και τότε το φτωχό κοριτσάκι είδε πως καθόταν κάτω από ένα υπέροχο Χριστουγεννιάτικο δέντρο.
Ήτανε πιο μεγάλο και πιο πλούσια στολισμένο, από κείνο που είχε δει, τα περασμένα Χριστούγεννα μέσα από τη τζαμένια πόρτα, στο μέγαρο του πλούσιου εμπόρου. Χίλια κεράκια ήταν αναμμένα πάνω στα πράσινα κλαδιά του και κάτι πολύχρωμες εικόνες, σαν εκείνες που στολίζουν τις βιτρίνες των μαγαζιών, θαρρείς και της χαμογελούσαν. Το φτωχό κοριτσάκι σήκωσε τα δυο του χεράκια. Το σπίρτο έσβησε.
'Oλα τα κεράκια του Χριστουγεννιάτικου δέντρου ανέβαιναν, ανέβαιναν και τότε είδε πως δεν ήταν κεράκια, αλλά αστέρια. 'Eνα απ' αυτά τ' αστέρια έπεσε και χάραξε μια φωτεινή γραμμή στον ουρανό. «Κάποιος πεθαίνει» μουρμούρισε το κοριτσάκι. Γιατί η γιαγιά του, που μόνο εκείνη ήτανε καλή γι' αυτό, αλλά δεν ζούσε πια, έλεγε συχνά: «'Oταν πέφτει ένα αστέρι, μια ψυχούλα ανεβαίνει στο Θεό.»
Το φτωχό κοριτσάκι άναψε άλλο σπίρτο. Μέσα στη λάμψη του, παρουσιάστηκε η γιαγιά της που της χαμογελούσε. «Γιαγιά», φώναξε η μικρούλα, «πάρε με μαζί σου».
«'Oταν θα σβήσω το σπίρτο, ξέρω πως δε θα είσαι πια εδώ. Θα χαθείς, όπως χάθηκαν η αναμμένη σόμπα, η ψημένη χήνα και το Χριστουγεννιάτικο δέντρο.» Πήρε το κοριτσάκι στην αγκαλιά της η γιαγιά, και πέταξαν κι οι δυο χαρούμενες, μέσα σ' εκείνη τη λάμψη. Δεν υπήρχε πια ούτε κρύο, ούτε πείνα, ούτε αγωνία. Ήταν κοντά στο Θεό!
Ο 'Εντι το ελάφι με την μπλέ μύτη
Ο 'Eντι το ελαφάκι καθόταν όλη μέρα σπίτι του. Δεν μπορούσε ούτε να παίξει ούτε να δουλέψει. Ήταν αποθαρρυμένος και ενοχλημένος. Αυτό το θλιμμένο νεαρό ελαφάκι ήταν άνεργο !!! Είχε πολλές συνεντεύξεις για δουλειά αλλά όλες πάντα κατέληγαν με άσχημο τρόπο. Θα πήγαινε αλλά θα έλεγαν «Συγνώμη αλλά δεν προσλαμβάνουμε ελαφάκια σήμερα». Ο 'Eντι έκλαιγε και έλεγε «Μα ποιος είναι ο σκοπός; Η ζωή μου είναι γεμάτη από ελαφίσιες προσβολές». Η μαμά του έλεγε «Δεν έχεις καμία δικαιολογία να κοιμάσαι όλη μέρα σαν τεμπέλικο ελάφι!! Αυτό δεν είναι θέμα διακρίσεων αλλά θέμα αποφασιστικότητας. Κράτα λοιπόν τώρα ψηλά το κεφάλι και τα κέρατά σου, θα βρεις δουλειά, απλά προσπάθησε, προσπάθησε, προσπάθησε!!»
Και τότε έβγαλε την εφημερίδα από το συρτάρι και αφού έριξε μια ματιά άρχισε να φωνάζει με ενθουσιασμό διαβάζοντας την παρακάτω αγγελία «Ζητείται ελάφι από τον 'Aγιο Βασίλη». Και αμέσως τηλεφώνησε! Μόλις έκλεισε το τηλέφωνο αναφώνησε «Ο 'Aγιος Βασίλης ψάχνει 10 ελάφια επειγόντως!! Μου είπαν να πας αύριο στις 8 και να ξεκινήσεις υπάρχει πολύ δουλειά που πρέπει να γίνει και γι αυτό μην αργήσεις!!».
Ο 'Eντι λοιπόν χτένισε τη γούνα του πολύ καλά και γυάλισε ακόμη και τις οπλές του. Κατά τις 7 άρχισε να μαζεύεται πλήθος ελαφιών στο σπίτι του Αϊ Βασίλη, στην οδό Βορείου Πόλου. Ο 'Eντι δεν μπορούσε να πιστέψει στα μάτια του. Ήταν περιτριγυρισμένος από μικρούς τύπους. Είσαι τάρανδος; Τον ρωτούσαν όλοι «'Oχι, είμαι ελάφι!» απαντούσε περήφανα.
«Είσαι ελάφι ; και τι μπορείς να κάνεις;» ρώτησαν αμέσως. «θα κάνω ότι με θέλει ο Αϊ Βασίλης, ήρθα να δουλέψω για τον Αϊ Βασίλη, η μαμά μου μου διάβασε αυτήν την αγγελία και μου είπε ότι εμείς τα ελάφια είμαστε άκρως απαραίτητα!». «Μα το πρόβλημά σου είναι το μέγεθός σου, η αγγελία ήταν για μας τους μικρούληδες, μην ντραπείς που ήρθες γιατί τα ξωτικά και τα ελάφια ακούγονται το ίδιο! Αλλά και παρόλο που δεν είσαι ξωτικό θα πρέπει να πας και να μιλήσεις ο ίδιος στον Αϊ Βασίλη. Θα σε οδηγήσω εγώ σε αυτόν αμέσως, είμαι ένα από τα ξωτικά του, λέγε με Ρέι» είπε το μικρό ανθρωπάκι και προχώρησε μπροστά δείχνοντας στον 'Eντι τον δρόμο για τον Αϊ Βασίλη.
Και μετά που ο Ρέι ενημέρωσε τον Αϊ Βασίλη για τον 'Eντι, ο Αϊ Βασίλης κρυφογέλασε και είπε «χο, χο, χο. Πες στην μαμά σου ότι πρέπει να φοράει τα γυαλιά της όταν διαβάζει». Μετά τον ανέλαβε ένας τάρανδος και του είπε «μέχρι τότε θα σκεφτώ κάτι. Θα σε έχω στην λίστα με τους τάρανδους, και ίσως μάθεις να υπηρετείς ως αναπληρωματικός τάρανδος. Τώρα αν προσπαθήσεις, σου υπόσχομαι ότι θα μάθεις και να πετάς».
Μα έπεσε τόσες φορές! Κι όμως πολύ σύντομα έμαθε να πετά αρκετά καλά. Αλλά τα ελάφια, βλέπεις, είναι βαρύτερα, με κέρατα σαν κλαδιά δέντρου και έτσι ήταν κάπως αργός σε σύγκριση με την ταχύτητα που αναπτύσσουν οι τάρανδοι. Ναι, ο 'Eντι ήταν λίγο αργός, οι βαριές οπλές του γλιστρούσαν στο χιόνι και μέσα από την σκεπή περνούσε μια οπλή. Ο τάρανδος δεν έδειχνε να νοιάζεται και είπε «Μπράβο, τα πας πολύ καλά, κρατήσου». Αλλά ο 'Eντι σύντομα άρχισε να φοβάται. Δεν μπορείς να μετατρέψεις το ξωτικό σε ελάφι.
Ο Πράνσερ και ο 'Eντι ήταν πολύ χαρούμενοι και έπαιζαν κάθε μέρα. 'Eκαναν εξάσκηση σε απογειώσεις πολύ συχνά, σπινιάρανε και διπλώνανε και τινάζονταν και όσο και αν πετούσαν δεν τους ήταν αρκετό. Πέταξαν όμως και πάρα πολύ και ο 'Eντι πάγωσε, τα αυτιά και το πρόσωπό του, η μύτη του και όλα επανήλθαν εκτός από την μύτη, που παρέμεινε μπλε παγωμένη. Και έγινε θέαμα για όλους αυτή η μπλε μύτη. Ήταν όμως και λαμπερή και αποτελούσε ένα όμορφο αξιόλογο φωτάκι. 'Oποτε ο 'Eντι ανοιγόκλεινε τα μάτια του, η μύτη του φώτιζε τον ουρανό. 'Oλοι οι τάρανδοι ήρθαν να το δουν και χαίρονταν.
'Oταν το είδε και ο Αϊ Βασίλης, προβληματίστηκε με την λάμψη της μύτης του 'Eντι. Είπε στον Αϊ Βασίλη : «Θυμώσατε;» «όχι, χάρηκα» είπε ο Αϊ Βασίλης «Από δω και στο εξής θα είσαι το ελάφι αμέσου ανάγκης! Συγνώμη, αλλά πρέπει να ομολογήσω ότι μερικές φορές χάνουμε την διεύθυνση κάποιου ή ανακαλύπτω μετά την προσγείωση ότι πολλά παιδιά δεν είναι στην πόλη. Και αν έχουν μετακομίσει, ξέρεις κολλάμε και βρισκόμαστε σε άμεση ανάγκη. Γιατί για όποιον μετακομίσει ή είναι σε διακοπές σημαίνει ότι πρέπει να βρεις την νέα του τοποθεσία και να του παραδόσεις το δώρο του. Για όλα αυτά θα σε ενημερώνουμε εμείς έτσι ώστε να μην μένει κανείς παραπονεμένος. Πάντα χρειαζόμασταν κάποιον που να μπορεί να κάνει αυτές τις μεταφορές και τώρα έχουμε εσένα!! Διότι όσο τρέχουμε στο χιόνι και το δικό σου έλκηθρο θα είναι μαζί μας, όμως μόλις εγώ χτυπήσω το μαστίγιό μου δεν μπορώ να σταματήσω παρά μόνο στον επόμενο προορισμό. Οπότε εκεί θα γυρνάς εσύ. Θα καλύπτεις αυτά που χάνουμε, και η υπέροχη λαμπερή μπλε μύτη σου θα σε οδηγεί με ασφάλεια στο χιόνι. Και όσοι στον κόσμο θα βλέπουν αυτό το φως θα ξέρουν ότι είναι ο 'Eντι με την μπλε μύτη».
Και έτσι ο 'Eντι τράβηξε και αυτός έλκηθρο με την βοήθεια του ξωτικού και φίλου του Ρέι και την μπλε μύτη του να αναβοσβήνει στον αέρα. Η μαμά του 'Eντι γέμισε χαρά και περηφάνια, γιατί και δούλευε ο γιος της αλλά και για την δουλειά που έκανε. 'Eτσι κοιτάει κάθε χριστουγεννιάτικη νύχτα έξω να δει κάθε φως που αναβοσβήνει και να το χαιρετήσει. Και σκέφτεται πόσο τυχερή ήταν που βρήκε και διάβασε επίτηδες λάθος την αγγελία. 'Eτσι λοιπόν, να πάτε για ύπνο ήσυχα, όπου και να βρίσκεστε ακόμη και μακριά από το σπίτι , γιατί ο 'Eντι με την μπλε μύτη θα σας βρει και θα σας δώσει το δώρο σας!!
Χριστουγεννιάτικη Ιστορία
Στην αρχή της Βικτωριανής περιόδου στη Βρετανία, ο εορτασμός των Χριστουγέννων βρισκόταν σε παρακμή. Οι μεσαιωνικές παραδόσεις των Χριστουγέννων που συνδύαζαν την γέννηση του Ιησού με τις αρχαίες Ρωμαϊκές γιορτές Saturnalia για τον θεό της γεωργίας, και του γερμανικού χειμερινού εορτασμού του Yule, αντιμετωπίζονταν με αυξανόμενη καχυποψία από τους Πουριτανούς.
Η Βιομηχανική Επανάσταση που βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη την εποχή του Dickens, άφηνε πολύ λίγο χρόνο στους εργάτες για τον εορτασμό των Χριστουγέννων. Η ρομαντική αναγέννηση των Χριστουγεννιάτικων εθίμων που βίωσαν οι Βικτωριανοί, είχε και άλλους πρωταγωνιστές εκτός του Dickens.
O πρίγκιπας Αλβέρτος ήταν αυτός που εισήγαγε το έθιμο του Χριστουγεννιάτικου Δέντρου από την Γερμανία, όπως και την αναβίωση των Χριστουγεννιάτικων τραγουδιών και καλάντων, αλλά και της ανταλλαγής Χριστουγεννιάτικων καρτών, αφού η πρώτη εμφανίστηκε την δεκαετία του 1840. 'Oμως, ήταν οι Χριστουγεννιάτικες ιστορίες του Dickens, ιδίως το αριστουργηματικό A Christmas Carol(Χριστουγεννιάτικη Ιστορία), του 1843 που αναζωογόνησε την Χριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα στη Βρετανία και την Αμερική.
Ο τρόπος που περιέγραφε ο Dickens τις γιορτές ως μια περίοδο όπου όλοι είναι ευγενικοί, καλοί και φιλάνθρωποι και σκέφτονται τον διπλανό τους σαν τον εαυτό τους, ήταν αυτό που ζέστανε περισσότερο τις καρδιές των συμπατριωτών του. Τόσο πολύ συνώνυμο είχε γίνει το όνομα του Dickensμε το Χριστουγεννιάτικο πνεύμα που όταν μαθεύτηκε ο θάνατός του το 1870, ένα κοριτσάκι ρώτησε αν αυτό σήμαινε πως θα πεθάνει κι ο Αϊ Βασίλης.
Ο Εμπενέζερ Σκρουτζ είναι ένας τσιγκούνης και μίζερος γέρος που δε νοιάζεται για κανέναν. Οι άνθρωποι γι` αυτόν υπάρχουν μόνο για να δουλεύουν και να του δίνουν χρήματα. Ιδιαιτέρως σιχαίνεται τα Χριστούγεννα, τα οποία θεωρεί πως απλώς τον μεγαλώνουν κατά ένα χρόνο χωρίς να τον κάνουν ούτε κατά μια δεκάρα πλουσιότερο.
Τον Σκρουτζ επισκέπτεται την παραμονή των Χριστουγέννων, το φάντασμα του πρώην συνεργάτη του Τζέικομπ Μάρλεϊ, που είχε πεθάνει πριν από επτά χρόνια στην περίοδο των Χριστουγέννων. Ο Μάρλεϊ υπήρξε και αυτός τσιγκούνης και μίζερος όπως ο συνεργάτης του, αλλά μετά θάνατον, υποφέρει από τις αμαρτίες του και θέλει να βοηθήσει τον Σκρουτζ να αποφύγει την ίδια κατάληξη. Λέει στον Σκρουτζ πως θα τον επισκεφτούν τρία πνεύματα, των περασμένων, των τωρινών και των μελλοντικών Χριστουγέννων.
Αυτά τα τρία πνεύματα, δείχνουν στον Σκρουτζ τα λάθη του κι ο ίδιος σταδιακά μετανοεί. Το πρωί των Χριστουγέννων, ο Σκρουτζ στέλνει μια γαλοπούλα στον ταλαίπωρο και φτωχό υπάλληλό του Μπομπ Κράτσιτ, και περνά την ημέρα των Χριστουγέννων παρέα με τον ανιψιό του Φρεντ τον οποίο μέχρι εκείνη τη στιγμή περιφρονούσε. Η καλοσύνη του Σκρουτζ συνεχίζεται και μετά τα Χριστούγεννα, αφού δίνει αύξηση στον Μπομπ και ορκίζεται να βοηθά την οικογένειά του, ιδίως τον μικρό Timπου είναι κουτσός.
Τελικά, ο Σκρουτζ μεταμορφώνεται στον μεγαλύτερο ευεργέτη της πόλης του. Ο Dickens έγραψε την Χριστουγεννιάτικη Ιστορία γιατί βρισκόταν σε απελπιστική οικονομική κατάσταση. Το φθινόπωρο του 1843 ο Dickens κι η γυναίκα του Kate περίμεναν το πέμπτο τους παιδί, ενώ έπρεπε να δίνουν χρήματα και για μια μεγάλη υποθήκη στο σπίτι τους στο Devonshire. Ο Dickens σταδιακά, δέθηκε πολύ με τους χαρακτήρες της ιστορίας του, στο σημείο να κλαίει, να γελάει και να κλαίει ξανά, όπως έλεγε κι ο ίδιος, γράφοντάς την.
Ο Charles Dickens πλήρωσε μόνος του τα έξοδα της έκδοσης του βιβλίου κι επέμεινε σε πολυτελές εξώφυλλο και εικονογράφηση. Εκτός αυτών, πούλησε το βιβλίο σε χαμηλή τιμή για να μπορούν όλοι να το αγοράσουν. Το βιβλίο κυκλοφόρησε την εβδομάδα πριν τα Χριστούγεννα του 1843 κι έγινε αμέσως τεράστια επιτυχία, αν και εξαιτίας του υψηλού κόστους της έκδοσης, τα έσοδα του Dickens ήταν χαμηλότερα από τα αναμενόμενα. Από τότε, το όνομα του Dickens συνδέθηκε για πάντα με τα Χριστούγεννα.
Το φίδι των Χριστουγέννων
Με όλη την οικογένεια των φιδιών να παρακολουθεί τηλεόραση, ο Σάμυ ρώτησε την μαμά του «Μαμά τι είναι αυτό που βλέπω;» και η μητέρα του απάντησε «Δεν θα μάθεις ποτέ μικρέ μου, αυτό δεν είναι για φίδια, είναι χιόνι. Το φιδίσιο αίμα μας χρειάζεται τον καλοκαιρινό ήλιο, στο χιόνι εμείς θα παγώσουμε και θα πεθάνουμε.
Γι αυτό και τους χειμερινούς μήνες κοιμόμαστε ή κρυβόμαστε. 'Oσο υπάρχει χιόνι όλα τα φίδια είναι κρυμμένα». Ο μικρούλης Σάμυ όμως ονειρευόταν τις παγωμένες νιφάδες και το μυαλουδάκι του αμφέβαλλε «για όνομα του θεού, απλά θα το σκάσω κρυφά και κανένας δεν θα το μάθει, και θα διασκεδάσω με το χιόνι».
Πέταξε το παλιό του δέρμα και το χρησιμοποίησε ως καμουφλάζ για να δείξει ότι κοιμάται, το σκέπασε με το πάπλωμά του και περίμενε να καθαρίσει το πεδίο για να φύγει από την φωλιά. Και έτσι κι έγινε. Ήταν εκεί και το χιόνι και τον περίμενε, τόσο απαλό και γυαλιστερά λευκό, κυλίστηκε μέσα και πάνω το. Αυτό το μικρό φιδάκι τελικά λάτρευε το χιόνι. 'Eπαιζε φτιάχνοντας σχεδιάκια και καθώς χτύπησαν οι βραδινές καμπάνες είχε ήδη φύγει ο ήλιος και το σκοτάδι ήταν βαθύ. Τότε μόνο ανακάλυψε ο μικρός Σάμυ ότι είχε χάσει το δεύτερο στρώμα του δέρματός του.
'Aρχισε να κρυώνει πολύ και σύντομα η αναπνοή το άρχισε να πέφτει. Είχε παγώσει και η γλώσσα του και η μύτη του σκεπάζονταν από πάγο. Δεν μπορούσε να κινηθεί όπως πριν και άρχισε να γλιστράει. «Πρέπει να κάνω κάτι σύντομα, πριν γίνω παγοκολώνα» σκέφτηκε. Και τότε ξαφνικά από τον ουρανό ήρθε ένα μικρό έλκηθρο. «Η απάντηση στις προσευχές μου» σκέφτηκε ο μικρούλης «ίσως και να επιβιώσω αν καταφέρω να τυλιχτώ εκεί». Είδε μερικά τριχωτά πλασματάκια εκεί κοντά αλλά το κρύο τον έκαναν και ξεπέρασε τον φόβο του.
'Eφτασε το έλκηθρο και οι ελπίδες του λιγόστευαν καθώς σκαρφάλωνε με πόνο επάνω του. αλλά αυτό δεν τον βοήθησε, αντιθέτως ένιωσε περισσότερο κρύο. Ξαφνικά είδε ένα πλαστικό ραβδί που μπορούσε να τον προστατεύσει από τον καιρό και είχε τριγύρω του δέρμα. Τυλίχτηκε γύρω από αυτό και έλπιζε να επιβιώσει.
Είδε έναν μεγάλο χονδρό άντρα με λευκά γένια και μια χαζούλικη γκριμάτσα να ανεβαίνει στο έλκηθρο και συνειδητοποίησε ξαφνικά ότι αυτά τα τριχωτά πλάσματα έσερναν το έλκηθρό του. Κοίταξε πιο προσεκτικά τριγύρω του και είδε μια κόκκινη στολή και τις οπλές των ταράνδων. Δεν το πίστευε είχε εμπρός του τον Αϊ Βασίλη!!
Και έτσι καθώς ο μικρούλης καημενούλης Σάμυ προσπαθούσε να κρυφτεί, ο 'Aγιος Βασίλης ξεκινούσε φωνάζοντας «Πάνω και ψηλά, πάνω και ψηλά». Ο Σάμυ νόμιζε ότι ο ουρανός γινόταν ολοένα και πιο κρύος και έσκυψε το κεφάλι του κάτω από το χερούλι. 'Eλπιζε ότι ο 'Aγιος δεν θα τον καταλάβαινε και μόνο η ουρά του φαινότανε λίγο.
Κάθε φορά προσγειώνονταν σε μια σκεπή και σύντομα ήτανε και πάλι πάνω στον ουρανό, και τότε άκουσε «πήγαινε Πράνσερ, κουνήσου Ντάνσερ μην χαμηλώνεις, για να κρατήσω την προσοχή σας σε αυτό το ταξίδι μου φαίνεται ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσω το μαστίγιό μου» και άρπαξε το μαστίγιο τόσο συνηθισμένα μιας και το χε κάνει τόσες φορές όμως του φάνηκε χαλαρό και κάπως γλοιώδες.
Ήταν επειδή στο χέρι του είχε τον Σάμυ. Και αυτό το μαστίγιο δεν έκανε ούτε κρακ απλά σίγησε στον αέρα. Και καθώς ο 'Aγιος χάζεψε με μεγάλη έκπληξη, τα φοβισμένα φιδίσια ματάκια τον κοίταξαν πίσω. Ο Αϊ Βασίλης αναφώνησε «για το όνομα του θεού, το μαστίγιό μου μετατράπηκε σε ένα φίδι!!!» και ο καημενούλης ο Σάμυ βρήκε μόνο αυτές τις λέξεις να πει «κρύωνα τόσο και θα πάγωνα αν δεν ερχόμουν εδώ....είναι χειμώνας και τα φίδια δεν πρέπει να κυκλοφορούν όμως εγώ αγαπώ το χιόνι και έπρεπε να παίξω μαζί του, με προειδοποίησε η μαμά μου αλλά εγώ δεν την άκουσα και θα ήμουν σίγουρα νεκρό αν δεν ήσουνα εσύ..».
Ο Αϊ Βασίλης απάντησε «κοίτα τι θα κάνουμε, θα με βοηθήσεις πριν να φύγε τελείως η νύχτα και θα κάνεις το μαστίγιο για να τους κάνεις να πηγαίνουν πιο γρήγορα». Κρίμα που δεν το δε αυτό ο κόσμος, ήταν πραγματικά αστείο!! Οι τάρανδοι γέλαγαν και τραγουδούσαν «ο 'Aγιος Βασίλης έρχεται στην πόλη..» και η νύχτα έμοιαζε να περνάει πετώντας, μοιράζοντας τα δώρα κατά μήκος του ουρανού.
Ο 'Aγιος έλεγξε προσεκτικά την λίστα με δώρα και μόλις βεβαιώθηκε ότι δεν λείπει κανένα από κανένα παιδί , ξαφνικά βγήκε και ο πρωινός ήλιος. Και 'Aγιος φώναξε «αυτό είναι παιδιά, τελειώσαμε! Μέχρι τώρα η γυναίκα μου και τα ξωτικά θα ξέρουν ότι σώσαμε τον Σάμυ από το χιόνι».
Στο σπίτι του Αϊ Βασίλη λέγανε την ιστορία και ο Σάμυ άστραφτε από χαρά αλλά παρόλα αυτά δεν ξεχνούσε πόσο φοβήθηκε το κρύο και την νύχτα. Η γυναίκα του Αϊ Βασίλη άνοιξε το κουτί με τα πλεκτά της και έφτιαξε του Σάμυ δύο κάλτσες σαν σωλήνες, η κόκκινη ήταν για να την φοράει και η πράσινη για ανταλλακτική. «Τώρα πρέπει να μας πεις αν θες να μείνεις ή αν θες να φύγεις και να πας σπίτι σου.
Πάω στοίχημα ότι η μαμά σου θα έχει ανησυχήσει πάρα πολύ. Πάντως αν θες οι φίλοι μου θα σε πάνε μέχρι εκεί» είπε ο Αϊ Βασίλης. «Θέλω να πάω σπίτι μου, μου λείπει η μαμά μου πάρα πολύ, θα τους ειδοποιήσω για το τι βρίσκετε εδώ πάνω και θα βεβαιωθώ ότι όλοι θα παραμείνουν κάτω όλο τον χειμώνα. Δεν ήθελα να το σκάσω, θα θελα να πάω πίσω σπίτι. 'Oμως επειδή η μαμά θα είναι και θυμωμένη θα ήθελα να της γράφατε ένα μικρό γράμμα» είπε ο Σάμυ.
Ο Αϊ Βασίλης γέλασε και είπε «αυτό το μήνυμα θα πάει και μέσω Ιντερνετ «ετοίμασε ένα πάρτι καλωσορίσματος για τον γιο σου, όλος ο κόσμος είναι περήφανος για αυτό που έκανε» Και όταν ο Σάμυ πήγε σπίτι όλοι ήταν τόσο χαρούμενοι και τον αγκάλιασαν και τον φίλησαν και ο Αϊ Βασίλης είπε.. «είναι και κάτι που πρέπει να ξέρεις.
Κάθε 25η Δεκεμβρίου θα θυμόμαστε όλοι την ειδική μας βόλτα και σε κάθε χριστουγεννιάτικο ταξίδι μας θα σε σκεφτόμαστε σαν το χριστουγεννιάτικο φίδι μας!! Είσαι ο Σάμυ Ήρωας» Τώρα ο Σάμυ το φιδάκι είναι πίσω στο σπίτι του φορώντας το πράσινο καλτσάκι, είναι ζεστός χαρούμενος και ευτυχισμένος και η μαμά του είναι σίγουρη ότι θα μείνει μέσα όταν χιονίζει.
Φρέντι ο αρχηγός των ξωτικών
Κάποτε, τα μικρά ξωτικά του Αϊ Βασίλη λαχτάρισαν και αυτά λίγη αναγνώριση για αυτά. Δούλευαν όλο το χρόνο σκληρά προετοιμάζοντας τα δώρα και τα πακέτα, ενώ οι τάρανδοι έρχονταν μόνο για μια μέρα. Και μόνο για αυτήν την απλή νυχτερινή βόλτα, τα ονόματά τους τραγουδιόντουσαν από όλα τα παιδιά σε όλο τον κόσμο για πολύ καιρό.
Τώρα είναι αυτό δίκαιο; Εσείς μπορείτε να σκεφτείτε έστω και ένα μόνο όνομα ξωτικού; Αυτοί, οι μικροί τύποι, που φτιάχνουν και ετοιμάζουν τα δώρα που ο 'Aγιος Βασίλης πηγαίνει σε αγόρια και κορίτσια. Γι αυτόν τον λόγο σκέφτηκαν ότι δεν θα ήταν λάθος να γράψουν ένα τραγουδάκι και για τα ξωτικά, και έτσι και έκαναν!! 'Eγραψαν το τραγούδι των Μεγάλων Ξωτικών. «Ζήτω τα μεγάλα ξωτικά, ο Μπιλ και ο Χάρυ, ο Τσάρλυ, ο Ρότζερ, ο Γουίλι, η Μαίρη, η Ρόζι, ο Τεντ και ο Φρέντ, ο Τζο και ο Χιούι, η Ρούθ και ο Μπο».
Και αυτό ήταν το τραγούδι στροφή παρά στροφή, και κάθε νέα τροφή το κανε και χειρότερο. 'Oταν ο γέρο Αϊ Βασίλης άκουσε το τραγούδι τους διαπίστωσε ότι διαρκεί σαράντα ολόκληρα λεπτά!! Ξεκίνησε λέγοντας «Χο, χο, χο!!» σε δέκα στίχους φώναξε «χόα!! Να ένα πράγμα που είμαι σίγουρος μικρά μου ξωτικά, αυτό το τραγούδι είναι μια λίστα από ονόματα που δεν θα πιάσει ποτέ και κανείς δεν θα το θυμάται!!
Αυτό που πρέπει να κάνετε είναι να επιδείξετε έναν από σας ως ήρωα και όταν όλα τα ξωτικά θα ζητωκραυγάζουν θα είναι για όλα τα ξωτικά στην γη του Αϊ Βασίλη!! Πρέπει όμως να κάνετε καλή επιλογή και να εκλέξετε για ήρωά σας τον πιο διάσημο μετά όμως που θα ψηφίσετε». Μετά από πάρα πολύ κόπο και ψάξιμο τα ξωτικά έβγαλαν τους υποψήφιους και ψήφισαν. Επιτέλους βρέθηκε ο ήρωάς τους. Λεγόταν Φρέντι και τον Ονόμασαν Φιλικό Φρέντι.
Και ο νέος ήρωας κέρδιζε όλα τα προνόμια, ήταν και ο πρώτος και έπαιρνε όλο άριστα στο σχολείο. Και να μερικά ταλέντα του...έκανε ουρά στον χορό από μόνος του, έπαιζε πολύ καλά το βιολί, μπορούσε να λύσει και το δυσκολότερο πρόβλημα. 'Eξυπνο και όμορφο μαζί!! Και ψηλό, στις μύτες των ποδιών του έβλεπε άνετα πάνω από το γόνατο του ψηλότερου τάρανδου.
Ανάμεσα στα ζήτω των ξωτικών ο Αϊ Βασίλης μίλησε και έδωσε το χέρι του στον Φρέντι. «Φιλικέ Φρέντι, νομίζω ότι ίσως πετάξεις μαζί μου και διαβάσεις τους χάρτες». Του Φρέντ του πήρε ένα λεπτό να το καταλάβει..
Αυτός θα ήταν το πρώτο ξωτικό που θα πετούσε!! Και η μικρή καρδιά του πήγε να σπάσει από συγκίνηση. Αναφώνησε «θα είμαι με τον Αϊ Βασίλη!!» Από τότε και στο εξής, κάθε βραδιά Χριστουγέννων, ο Φρέντι βρίσκετε εκεί δεξιά του Αϊ Βασίλη, χωρίς αυτόν ο 'Aγιος Βασίλης δεν θα ήξερε πως να έφτανε στον προορισμό του.
Με αυτούς τους χάρτες, ο Φρέντ είναι σίγουρος ότι είναι ένας εξπέρ της Γεωγραφίας. Τώρα όλα τα ξωτικά είναι περήφανα και τραγουδάνε το τραγούδι τους που λέγετε «Πάνω στις καμινάδες» και πάει κάπως έτσι : «Πάνω στις καμινάδες πάει ο δικός μας Φρέντ, ντυμένος στο κόκκινο κουστούμι του, βοηθά τον Αϊ Βασίλη να μοιράσει τα δώρα που έφτιαξαν τα άλλα ξωτικά για τα μικρά παιδιά.
Πήγαινε Φρέντ, πήγαινε και μπράβο, είμαστε πολύ περήφανοι για σένα!!» Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν άρχισε να αναγνωρίζετε και η δουλειά των μικρών ξωτικών και όλοι ήταν χαρούμενοι και ευτυχισμένοι, ζώντας αυτοί καλά και εμείς καλύτερα, και αν ποτέ δείτε τον Αϊ Βασίλη, να ξέρετε ότι αυτό το μικρό ανθρωπάκι δίπλα του, είναι ο Φρέντ!!!
Διαβαστε τα...διηγηθείτε τα...και νιώστε όμορφα!!!
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ!!!
ΜΕ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΟΙ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΣ ΤΟΥ BLOG CAFE...






0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου