Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...
Κάνοντας κλικ στο κουμπί «ΕΔΩ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΟΥΜΕ» Μπορείτε να αφήσετε το σχόλιο σας η τις παρατηρήσεις σας..!

FB Profile

ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΜΑΣ ΣΤΟ FACEBOOK

Στιχοι by outopios



ΧΩΡΙΣ ΚΑΝΟΝΕΣ










Στίχος: Kostaš Outopios Tampouras

Θα ‘θελα να 'μουν, θεός έστω για λίγο
Να μπω στο δάσος να χορέψω με τους λύκους.
Να βαφτιστώ στης στύγας τα νερά
Με το αθάνατο νερό που ναι για λίγους.

Κι όταν το πιω και μέσα μου ποτίσει 

Να μετρηθώ στα ίσια με το χρόνο.
Τότε εκείνος την πλάτη θα γυρίσει
Και θα μ αφήσει μοναχό σ αυτό το δρόμο.

Χωρίς κανόνες θα ναι η μέρα μου κι νύχτα
Και το φεγγάρι θα ζεσταίνει τα νερά.
Ο ήλιος θα φωτίζει  στο σκοτάδι
Και  το σώμα μου δεν θα χει  πια φθορά.

 

Να ήμουνα λέει βασιλιάς στην Βαβυλώνα
Να έκτιζα κήπους για μια αγάπη αληθινή.
Να μη νυχτώσει εκεί, πότε στον  ελαιώνα
Και δοκιμάσω ένα ψεύτικο φιλί.

Ήθελα να ‘μουν θεός για μία μέρα
Και να δικάσω κάθε αλάθητο γιατί.
Για  να δαμάσω την βροχή και τον αέρα
Ψυχοστασία σε μια αθάνατη ψυχή.

Χωρίς κανόνες θα ναι η μέρα μου κι νύχτα
Και το φεγγάρι θα ζεσταίνει τα νερά.
Ο ήλιος θα φωτίζει  στο σκοτάδι
Και  το σώμα μου δεν θα χει  πια φθορά.


ΟΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΠΑΙΝΟΥΝ ΦΥΛΑΚΗ


© Copyright, outopios

Με ένα κεφάλι ποτισμένο με αρχές
Αρνιέμαι  ένα σύστημα των λίγων.
 Πουλάνε των ανθρώπων της ψυχές
Αρπάζουν τα χωράφια των Κολίγων.

Και μεις σ αυτό το έργο θεατές
Κοιτάζουμε το δρόμο που στενεύει
Το σύστημα γεμάτο θηρευτές
Κανένα μας δε βλέπω να σαλεύει.

Οι σκέψεις που δεν μπαίνουν φυλακή
Τα όνειρα που ζούνε και την μέρα
Αυτά δεν μάθανε να ζούνε σε κελί
Αυτά δεν φοβηθήκανε την σφαίρα.

Σε ένα κεφάλι που δεν φόρεσε καπέλο
Μην προσπαθήσεις να του βάλεις και μυαλό.
Τρελός που ζητιανεύει σε μπουρδέλο
Δεκαεξάχρονο παιδάκι ντροπαλό.

Χαράζει την πορεία του στο χάρτη
Μα του πετάτε το μολύβι που κρατά.
Πετάτε την ζωή του σε μιαν άκρη
Στο κόσμο το δικό σας δε χωρά.

Μα οι σκέψεις που δεν μπαίνουν φυλακή
Τα όνειρα που ζούνε και την μέρα
Αυτά δεν μάθανε να ζούνε σε κελί
Αυτά δεν φοβηθήκανε την σφαίρα.


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΑΛΗΤΗ 

 

Το βράδυ εκείνο έβρεχε, πάγωνε ο αγέρας 
Σ’ ένα δρομάκι σκοτεινό ο ήχος μιας φλογέρας. 
Ένας ζητιάνος έπαιζε, τραγούδι λυπημένο 
Των μεγαλύτερο καημό, είχε μελοποιημένο. 

Είχε στα πόδια του πληγές κ’ ένα καρφί στην πλάτη 

Ήταν αλήτης σήμερα μα χθες είχε παλάτι. 
Των ρώτησα για να μου πει, ποια είχε ιστορία; 
Μου είπε ότι γράφτηκε σ’ αυτήν την συνοικία. 

Σ’ αυτό τον δρόμο τον μικρό, συνάντησε μια μέρα 

Ένα κορίτσι όμορφο και του ‘πε καλημέρα. 
Από τότε αχώριστοι, ήταν αυτοί οι δύο 
Μα κάποια μέρα ξαφνικά είπανε το αντίο. 

Τα δάκρυα του με βροχή στα μάτια μπερδεμένα 

Τα όνειρα του ήτανε, στο δρόμο πετάμενα. 
Τότε τον άγγιξα δειλά, στον ώμο και του είπα 
Κατάλαβα τα δάκρυα σου και την αλήθεια βρήκα. 

Για πες μου αποκρίθηκε εσύ που όλα τα ξέρεις 

Ποια είναι η αλήθεια μου, αυτή που θα μου φέρεις; 
Εσύ όλα τα πούλησες, του είπα για μια αγάπη 
Για αυτό δεν έχεις πια χαρά και έχεις μόνο δάκρυ. 

Σίγουρα πίστεψες στα μάτια της τα δύο 

Γι’ αυτό εσύ δεν άντεξες ένα πικρό αντίο. 
Μακάρι να τα ‘ναι αυτό και τώρα θα ‘μουν άλλος 
Μ’ άλλος καημός δεν γίνετε στο κόσμο πιο μεγάλος. 

Βλέπεις το καρφί που έχω εγώ στην πλάτη 

Είναι μεγάλη η πληγή και συ ρίχνεις αλάτι. 
Αυτή τώρα δεν ζει δεν είναι πια κοντά μου 
Την πήρε ο Θεός μακριά – μακριά απ’ τα όνειρά μου. 

Τότε ένα δάκρυ κύλησε κι απ’ τα δικά μου μάτια 

Για του ζητιάνου τον καημό που πριν είχε παλάτια. 
Συνέχισα τον δρόμο μου σκυφτός και πάγωνε ο αγέρας 
Κάποια στιγμή σιώπησε, ο ήχος της φλογέρας. 

Δεν γύρισα πίσω μου να δω, μα ξέρω τι ‘χε γίνει 

Όταν μένει μόνη η καρδιά, σαν το κεράκι σβήνει. 
Αυτός ήτανε λοιπόν, ο θάνατος του αλήτη 
που τώρα πια από δίπλα του η αγάπη δε του λείπει.


ΛΕΡΩΜΕΝΕΣ ΝΟΤΕΣ

 


Με ένα τραγούδι που χει λερωμένες νότες
Θα ανεβώ από την Γη στον ουρανό.
Θα βρω εκεί του κόσμου όλους τους προδότες
Ίσως μιλήσω και στον ίδιο το θεό.

Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.
Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.

Θα ανεβώ να δώσω εγώ, την παρουσία
Και θα δικάσω κάθε άδικο κακό.
Με  στίχο που θα μοιάζει τιμωρία
Θα τραγουδήσω ένα ελεύθερο σκοπό.

Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.
Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.

Κι ύστερα θα ‘ρθω ξανά στην Γη μας
Να αντικρύσω ένα άλλο σκηνικό.
Η φτώχεια και ο πλούτος,  ξεχασμένες λέξεις
Δεν θα υπάρχουνε στο δικό μας λεξικό.

Οι πόλεμοι που κάνουν οι εταιρίες
Για το πετρέλαιο και το χρυσό.
Θα  γίνουν στίχοι σε τραγούδια, ιστορίες
Να μην ξεχάσουμε το μέγα αυτό κακό.

Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.
Θα γίνει ο άνθρωπος θεός
Θα χει την μοίρα του στα χέρια του αυτός.


ΕΝΑΣ ΓΕΡΙΚΟΣ ΨΙΘΥΡΟΣ 









 

Θα ήθελα να 'μουν καράβι να φεύγω
Βαθιά να σαλπάρω στον ωκεανό.
Στην πλώρη να έχω ένα δελφίνι
Αυτό να μου δείχνει τον προορισμό.

Λιμάνι για μένα δεν θέλω να έχει
Στο κύμα επάνω εγώ να πετώ.
Και κάθε που σβήνει ένα και φεύγει
Καινούργιο να βγαίνει και να τ΄αγαπώ. 

Μα είμαι μια βάρκα παλιά που σαπίζει
Κουπιά πια δεν έχει, το κύμα φοβίζει. 
Δεν θέλει φουρτούνες της έχει γνωρίσει
Σε λίγο ο ήλιος για μένα θα σβήσει. 

Θα ήθελα να 'μουν καράβι μεγάλο
Το κύμα να βλέπω και να γελώ.
Να ζω με φουρτούνες χωρίς να φοβάμαι
Την θάλασσα άγρια να την αγαπώ.

Κι όταν θα βρίσκω κάποιο λιμάνι
Να μένω σε κείνο για λίγο καιρό.
Κι ύστερα πάλι ξανά στις φουρτούνες
Να ψάχνω καινούργιο να βρίσκω σκοπό.

Μα είμαι μια βάρκα παλιά που σαπίζει
Κουπιά πια δεν έχει, το κύμα φοβίζει. 
Δεν θέλει φουρτούνες της έχει γνωρίσει
Τώρα ο ήλιος, κι αυτός σε λίγο θα δύσει.


 Ο ΜΟΝΑΧΙΚΟΣ ΦΙΛΟΣ ΜΟΥ


 











Μία φορά και ένα καιρό ήταν ένας, που νόμιζε πως ζούσε
Σ’ ένα σπιτάκι φτωχικό, τίποτα δεν ζητούσε
Η μέρα τέλειωνε μ’ ένα κρασί, μ΄ ένα τσιγάρο σκέτο
Και στην καρδιά του είχε, ένα παλιό στιλέτο.

Τα μάτια του ήταν υγρά, ποτέ του δεν γελούσε
Στην μοναξιά του είχε κλειστεί και μόνος του μιλούσε.
Έλεγε για την μοίρα του, με δάκρυ στην ματιά
Σαν από πέτρα έμοιαζε, στα στήθια του η καρδιά.

Δεν ξέρω την αλήθεια, εγώ για την πω
Τι έκανε τον φίλο μας; τόσο μοναχικό.
Ίσως των πληγώσανε, μ’ ένα μεγάλο ψέμα
Για αυτό και τώρα πάγωσε, μέσα του το αίμα.

Δεν είχε φίλους και γνωστούς, δεν είχε μια αγάπη
Είχε στα στήθι του φωτιά, στο βλέμμα είχε δάκρυ.
Μα ένα βράδυ πήρε απόφαση, να αλλάξει την ζωή του
Φόρεσε τα καλά του, χάιδεψε την ψυχή του.

Βγήκε στους δρόμους μίλησε. Γίναν καινούργιοι φίλοι
Βρήκε φιλί δοκίμασε και γλύκανε τα χείλι.
Μα κάποια νύχτα κοίταξε, μέσα στον καθρέφτη
Το δάκρυ πάλι κύλησε, τον έρωτα είδε ψεύτη.

Μα τώρα την αλήθεια, εγώ θα σας την πω 
Τι έκανε τον φίλο μας τόσο μοναχικό. 
Χθες των εσταυρώσαμε, μ’ ένα μεγάλο ψέμα 
σήμερα, στεφάνι αγκαθωτό του δώσαμε για στέμμα. 

Τώρα όλοι θέλετε, να πάτε πιο κοντά του
Να τον αγκαλιάσετε, να μπείτε στην καρδιά του.
Λουλούδια να του στείλετε, ένα φιλί και χάδι
Μα εκείνος τώρα πέρασε, την πόρτα απ’ τον Άδη

Η καρδιά του τώρα έπαψε και άλλο δεν χτυπάει
Ήταν ένας άνθρωπος απλά, που έφυγε και πάει.
Ένα ταξίδι έκανε, σε εμάς, φέρνει το ρίγος
Μα ο κόσμος μας για εκείνωνε, ήταν μικρός και λίγος.

ΚΑΤΩ Η ΠΟΛΗ










Κάτω η πόλη αναπνέει βαριά
Είν’ οι δρόμοι βρεγμένοι, τα νερά θολά.
Και ‘γώ μόνος κοιτάω πίσω από ένα τζάμι
Την ζωή που κυλάει σαν να είναι ποτάμι. 

Μέσα σε ένα πιθάρι είναι σαν να σε βάζουν
Σε ένα χώρο μικρό και να το σκεπάζουν.
Και ‘συ τρόπο ψάχνεις να ανοίξεις το βήμα. 
Μα το ξέρεις πως είσαι στην ζωή το θύμα.

Την αλήθεια την ξέρεις την αλήθεια την είδες
Δεν σου πάει ο κόσμος, δεν σου παν οι ελπίδες.
Μπαίνεις μέσα στο πλήθος και γυρίζεις την πλάτη
Στα ανθρωπάκια που ζούνε μέσα σε μια πλάνη.

Κάτω η πόλη αναπνέει βαριά
Ψάχνεις ανάσα να πάρεις μα ανάσα καμία.
Και φοβάσαι μην σε πάρει μακριά το ποτάμι
Τα μάτια σου κλείνεις σφίγγεις την παλάμη.

Γιατί ξέρεις πως είναι το παιχνίδι σικέ
Τα χαρτιά σου τα είδαν στο δικό σου καρέ. 
Σε πουλήσανε φίλε μην ρωτάς το γιατί
Έτσι είναι ο κόσμος, έτσι είν’ η ζωή.

Την αλήθεια την ξέρεις την αλήθεια την είδες
Δεν σου πάει ο κόσμος, δεν σου παν οι ελπίδες.
Μπαίνεις μέσα στο πλήθος και γυρίζεις την πλάτη
Στα ανθρωπάκια που ζούνε μέσα σε μια πλάνη.


Η ΜΑΡΙΟΝΕΤΑ










   



Σ’ αυτό το θεατράκι που λένε ζωή
Τα χέρια κουνάω σαν βγω στην σκηνή.
Μα είναι δεμένα με ένα σχοινί 
Μια μαριονέτα που έχει ψυχή.

Χαμένος για πάντα σε ρόλο φθαρμένο
Το κείμενο μου από άλλων γραμμένο.
Τα λόγια μου γράφουν, αυτά που θα πω
Κάνω να φύγω μα μένω εδώ.

Και 'γω και 'σεις σαν μαριονέτες
Για τους 'μεγάλους' εμείς υπηρέτες. 
Τα χέρια κουνάμε, τι θέλεις πασά μου;
Μήπως να κάψεις τα όνειρα μου;

Μπορείς να τα κάψεις, αξία δεν έχουν
Σκαριά σαπισμένα και πια δεν αντέχουν
Μπορείς να τα κάψεις δεν έχουν πανιά
Κι' αν θα σαλπάρουνε θα πάν' στα ρηχά.

Πασά μου μεγάλε αυτό σου το λεει 
Μια μαριονέτα που άλλο δεν κλαιει.
Τι θέλεις να κάνω, καλά να περάσεις
Να κάνω μια τούμπα για να γελάσεις;

Πασά μου εγώ δεν έχω απόψεις
Πάρε μαχαίρι αν θέλεις να κόψεις.
Την μαριονέτα που έχεις μπροστά σου
Μα αίμα λεκέ θα βρεις στα χαλιά σου. 


0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

 
 BLOG CAFE , 
Προγράμματα,Tips  
Video,Mp3,E-Books
Και άλλα
Πολλά...

Thessaloniki

Ελληνικες Ταινιες

Zodia-Oneirokritis

San Simera

Parakmi

Sintages

Dimiourgies

TV Program

Καιρος

 

001

002

Recommended Post Slide Out For Blogger

ΣΤΕΙΛΤΕ e-mail

ΣΤΕΙΛΤΕ e-mail
outopios@yahoo.com

Online:

Copyright 2010 BLOG CAFE. All rights reserved.

rss digg delicious facebook